Ιδιαίτερα σημαντικές όσον αφορά την κατανόηση των απαρχών της νέας ελληνικής γλώσσας είναι οι αλλαγές (συντακτικές, μορφοσυντακτικές, φωνολογικές) που παρατηρούνται στο διάστημα μεταξύ Ύστερης Κλασικής και Πρώιμης Ελληνιστικής Περιόδου, αλλαγές οι οποίες έμελλε να εξαπλωθούν και να καθιερωθούν στην ελληνική. Οι εξελίξεις αυτές, που έκαναν την εμφάνισή τους κατά τους Ελληνιστικούς Χρόνους ως νεωτερισμοί ανταγωνιστικοί των καθιερωμένων κανόνων χρήσης, έθεσαν κατ’ ουσίαν τα θεμέλια της νέας ελληνικής. Ειδικότερα από μορφολογικής απόψεως, πολλά φαινόμενα της κοινής έχουν την αφετηρία τους στην κλασική ελληνική. Με διαφορετική διατύπωση, τα φαινόμενα αυτά είναι στην πραγματικότητα επέκταση και γενίκευση νεωτερισμών της κλασικής ελληνικής, που προμηνύουν μάλιστα τους τελικούς νεοελληνικούς τύπους, τη σημερινή μορφή της ελληνικής. Χαρακτηριστική περίπτωση τάσεων αυτού του είδους –που επικράτησαν, δηλαδή, στην κοινή και συνεχίστηκαν στη νέα ελληνική– είναι το βοηθητικό ρήμα ειμί (είμαι), και πιο συγκεκριμένα δύο χρόνοι του, ο ενεστώτας και ο παρατατικός. Στην κλασική ελληνική, όπως γνωρίζο
Διαβάστε περισσότερα |